Το 2019, βρέθηκαν μέσα σε 48 ξύλινα κιβώτια, τα αρχεία της Εθνικής Συνομοσπονδίας Εργατών της Ισπανίας, που παρέμειναν κρυμμένα στην Ολλανδία, όπου είχαν αποσταλεί, προκειμένου να μην καταστραφούν από το φρανκικό καθεστώς. Ανάμεσά τους βρίσκονταν και 500 αρνητικά από το 1937 και 1938, χρονιές κατά τις οποίες η Κοσμοπολίτισσα, Εβραία, και στρατευμένη στο αντιφασιστικό κίνημα Kati Horna κάλυπτε τον ισπανικό εμφύλιο για λογαριασμό της Ιβηρικής Ομοσπονδίας Αναρχικών. Το φωτογραφικό αρχείο που ήρθε στο φως μετά από δεκαετίες, θεωρείτο ότι είχε χαθεί κατά τη διάρκεια του ισπανικού εμφυλίου πολέμου. Η ίδια η Horna είχε διασώσει άλλα 250 αρνητικά, που πούλησε στο ισπανικό κράτος το 1983 και σήμερα διατηρούνται στο Centro Documental de la Memoria Histórica de España, στη Σαλαμάνκα. Το γεγονός της εύρεσης του αρχειακού υλικού, αναζωπύρωσε το ενδιαφέρον για τη έργο της Ουγγαρέζας φωτογράφου, που είχε αρχίσει να απασχολεί ιστορικούς και φιλότεχνους από τις αρχές αυτού του αιώνα με τις αναδρομικές εκθέσεις που τις είχαν αφιερώσει, μεταξύ άλλων, τα μουσεία Nacional de Arte, στη πόλη του Μεξικό (2003) Casa de Velásquez, στη Μαδρίτη (2009) και Jeu de Paume, στο Παρίσι το (2014).

Η Katalin (Kati) Deutsch Blau γεννήθηκε, από μια εβραϊκή οικογένεια της ανώτερης-μεσαίας τάξης, στην Ουγγαρία στις 19 Μαΐου του 1912, κατά τη διάρκεια μιας ασταθούς κοινωνικοπολιτικής περιόδου. Η Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία κατέρρευσε μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και η Συνθήκη του Τριανόν που ακολούθησε (1920), επανακαθόρισε τα σύνορα, με αποτέλεσμα η Ουγγαρία να χάσει το 71% του εδάφους της, το 58% του πληθυσμού της και το 32% των Ούγγρων πολιτών. Ο πατέρας της ήταν τραπεζίτης στην ευημερούσα περιοχή της Buda, και έτσι η Kati είχε τη πολυτέλεια να περάσει τα εφηβικά της χρόνια στο Βερολίνο, όπου επηρεάστηκε από το πνεύμα της σχολής Bauhaus, τον σουρεαλισμό και το γερμανικό κίνημα της Νέας Αντικειμενικότητας (Neue Sachlichkeit). Ήταν η εποχή που γνώρισε τον θεατρικό συγγραφέα και σκηνοθέτη Bertolt Brecht, τον ζωγράφο και φωτογράφο Lazlo Moholy-Nagy, οι διπλοεκθέσεις του οποίου και τα φωτογραφικά του κολάζ είχαν διαρκή επιρροή στο μελλοντικό έργο της, τον κονστρουκτιβιστή Lajos Kassak, οι απόψεις του οποίου για τη τέχνη και ειδικότερα για τη φωτογραφία ως παράγοντα κοινωνικής αλλαγής κέντρισαν το ενδιαφέρον της για την αφηγηματική φωτογραφία, αλλά και τον μαρξιστή φιλόσοφο Karl Korsch, ο οποίος την εισήγαγε στη ριζοσπαστική πολιτική και καθόρισε την ιδεολογία της. Το 1933, φοβούμενη από την άνοδο του ναζισμού, εγκατέλειψε το Βερολίνο και επέστρεψε στη Βουδαπέστη για να μαθητεύσει στο εργαστήριο του διάσημου, εκείνη την εποχή, φωτογράφου József Pécsi, κοντά στον οποίο έμαθε τις βασικές φωτογραφικές τεχνικές. Μετά τον θάνατο του πατέρα της, η φωτογραφία προσέφερε στην Kati τα μέσα για να κερδίσει τα προς το ζην και την ευκαιρία να εκπληρώσει τα πολιτικά της ιδανικά. Πριν φύγει για τη Γερμανία είχε γνωρίσει τον Endre Friedmann, που τότε ήταν ένας όμορφος έφηβος στη Βουδαπέστη, αλλά αργότερα θα εξελισσόταν στο θρύλο της δημοσιογραφικής φωτογραφίας με το ψευδώνυμο Robert Capa. Και οι δυο τους έγιναν μέλη του αριστερού πολιτικού κινήματος και παρέμειναν αχώριστοι φίλοι μέχρι το θάνατο του Capa το 1954.

Όταν ο Capa μετακόμισε στο Παρίσι, η Kati τον ακολούθησε και εντάχθηκε στην εκλεκτή ομάδα των Ούγγρων φωτογράφων, συμπεριλαμβανομένων, εκτός του Robert Capa, των André Kertész, Eva Besnyö, László Moholy-Nagy, Nicolás Muller, Brassaï, Rogi André, Ergy Landau και Martin Munkácsi, οι οποίοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα τους λόγω των κοινωνικών αναταραχών της δεκαετίας του 1930. Οπλισμένη με 6×6 Rolleiflex έπιασε δουλειά για το πρακτορείο Lutetia-Press και έστρεψε το ενδιαφέρον της στη ζωή που έβλεπε γύρω της, στους δρόμους και τα καφέ της γαλλικής πρωτεύουσας. Η ευρέως γνωστή σειρά Flea Markets (1933) και Cafes de Paris (1934) προέρχονται από αυτήν την περίοδο. Εκτός από τη κάλυψη θεμάτων δημοσιογραφικού ενδιαφέροντος η Kati, βυθισμένη στη γενέτειρα του Σουρεαλισμού, ανέπτυξε γρήγορα και άλλα περισσότερο πειραματικά έργα, χρησιμοποιώντας τη φωτογραφία ως ποιητική αφήγηση. Ο Robert Capa, ο οποίος την βοήθησε να δικτυωθεί επαγγελματικά, την ενθάρρυνε επίσης να συνεχίσει και να εξελίξει το προσωπικό της έργο – μια σειρά φωτογραφιών που έκανε με κούκλες και μάσκες, που παρέμεινε επαναλαμβανόμενο θέμα σε όλη τη διάρκεια της ζωής της. Η καριέρα της Kati Horna απογειώθηκε φωτογραφίζοντας την ανέχεια και τη φτώχια που επικρατούσε πίσω από τη βιτρίνα της «Πόλης του Φωτός», άλλα παρόλο που κέρδισε μεγάλη δημοτικότητα, προτίμησε να μείνει έξω από το προσκήνιο και να εργαστεί σε μικρότερους οργανισμούς. Η ελαφριά διάθεση του Μεσοπολέμου που επικρατούσε στην Ευρώπη, επισκιάστηκε σύντομα από τις πρώτες ένοπλες συγκρούσεις του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου – προάγγελο της λαίλαπας που θα ακολουθούσε. Το 1937, όταν η ισπανική Δημοκρατική κυβέρνηση και η Εθνική Συνομοσπονδία Εργατών (Confédération Générale du Travail) τους ζήτησε να καλύψουν τον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο, η Kati έφυγε μαζί με τον Capa, τον βοηθό του Emerico “Chiki” Weisz, την Gerda Taro και τον David “Chim” Seymour για την Ισπανία. Για τους επόμενους 18 μήνες, φωτογράφησε στο μέτωπο της Αραγονίας, στη Βαλένθια, στη Βαρκελώνη, στη Μαδρίτη και σε μερικές απομακρυσμένες πόλεις και χωριά. Δεσμευμένη σε έναν αναρχικό σκοπό, έγινε η συντάκτρια του περιοδικού Umbral, όπου θα συναντούσε τον μελλοντικό σύζυγό της, τον Ανδαλουσιανό αναρχικό αλλά και ζωγράφο και γλύπτη, José Horna, και εργάστηκε στο πολιτιστικό περιοδικό της Εθνικής Συνομοσπονδίας Εργατών, Libre-Studio. Συνεργάστηκε επίσης με τα περιοδικά Tierra y Libertad, Tiempos Nuevos και Mujeres Libres.

Η σύγκρουση στην Ισπανία ήταν ο πρώτος μεγάλος ευρωπαϊκός πόλεμος στον οποίο ο άμαχος πληθυσμός έφερε το βάρος της βίας, έναν τραγικό πρόδρομο του παγκόσμιου πολέμου που ήταν κοντά. Ο Capa με την Taro ανέβηκαν στα βουνά, αναζητώντας πιο εντυπωσιακά πλάνα, αλλά η Kati Horna σπάνια φωτογράφησε τις μάχες και επικεντρώθηκε στον αντίκτυπο που είχε ο πόλεμος στην καθημερινή ζωή του αμάχου πληθυσμού, ειδικά των γυναικών και των παιδιών. Η δική της αφήγηση αφορά τα μετόπισθεν, τις λεπτομέρειες της ιστορίας και τα παραλειπόμενά της. Η Kati Horna κάλυψε τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο με μεγάλη ευαισθησία. Μέσα από τις φωτογραφίες της κατάφερε να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι έβλεπαν τον πόλεμο. Υιοθέτησε μια πιο «θηλυκή» άποψη με τη λογική ότι ο πόλεμος ήταν κατά κύριο λόγο ανδρική υπόθεση. Η Horna κατέγραψε την καθημερινότητα δίπλα στον θάνατο που προϋπέθετε και την προσωπική της εμπλοκή στην απεικόνιση. Η βία γύρω της, ο κίνδυνος και η αδικία εκείνης της εποχής επηρέασαν βαθιά την ιδεολογία της. Δουλεύοντας για τους αναρχικούς, ως στρατευμένη καλλιτέχνης, οι φωτογραφίες της χρησίμευαν ως απάντηση στη δυσφημιστική προπαγάνδα του Φράνκο κατά των αντιφασιστικών δυνάμεων.

Οι φωτογραφίες της που δείχνουν ένα μοναχικό παιδί, που κάθεται στα πέτρινα σκαλοπάτια ενός σπιτιού στο Vincen, με το δάχτυλό του στο στόμα του ή τις γυναίκες που πλένουν ρούχα σε ένα σιντριβάνι της Βαρκελώνης με τις πλάτες τους γυρισμένες στο φακό, εκπέμπουν ένα λυρικό και μελαγχολικό συναίσθημα. Οι φωτογραφίες των μαχητών στα μετόπισθεν – κάποιος ξυρίζει το πρόσωπο του, που καλύπτεται από αφρό, ένας άλλος κάθεται σε ένα χωράφι δίπλα σε ένα χαντάκι για να γράψει ένα γράμμα – εμφανίζουν ένα κάποιο χιούμορ και έντονη αίσθηση οικειότητας με τα θέματα της. Σε κάποιες από τις πιο ενδιαφέρουσες φωτογραφίες της εγκατέλειψε τη ρεαλιστική καταγραφή και χρησιμοποίησε τη τεχνική της πολλαπλής έκθεσης και του φωτομοντάζ, που είχε μάθει από τον Moholy-Nagy και τους Σουρεαλιστές. Σε μια φωτογραφία, το είδωλο ενός παιδιού που ζητιανεύει εμφανίζεται μπροστά από έναν τοίχο καλυμμένο με αφίσες των Δημοκρατικών, ανάμεσα στις οποίες ξεχωρίζουν αυτές που εικονίζουν τον Jose Buenaventura Durruti, ήρωα του αναρχικού κινήματος, ο οποίος σκοτώθηκε το 1936. Στη πιο προβεβλημένη όμως διπλοτυπία της Horna εκείνης της περιόδου, που έχει τίτλο «στον καθεδρικό ναό», βλέπουμε τα σκαλοπάτια του κτηρίου να καταλαμβάνουν το πρώτο πλάνο, ενώ στο βάθος, πάνω σ’ έναν τοίχο από τούβλα αναδύεται σαν φάντασμα, το πρόσωπο μιας γυναίκας. Το δεξί της μάτι εμφανίζεται πίσω από ένα φραγμένο με κάγκελα παράθυρο, σαν να ήταν παγιδευμένη και λαχτάρα για ελευθερία.

Το 1939, μετά την τελική επικράτηση των φασιστών και την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του Φράνκο στην Ισπανία, η Kati επέστρεψε στο Παρίσι. Ο José Horna, με τον οποίο εν τω μεταξύ είχαν παντρευτεί, κάλυπτε την υποχώρηση των Ισπανών και των λοιπών μελών των Διεθνών Ταξιαρχιών προς τη Γαλλία. Συνελήφθη όμως στο Prats-de-Mollo, στα Γαλλικά Πυρηναία και φυλακίστηκε σε στρατόπεδο Ισπανών προσφύγων. Η Kati Horna κατάφερε να τον απελευθερώσει και να εγκατασταθούν, μαζί πια, στο Παρίσι. Δεν έμειναν όμως για πολύ εκεί. Μετά την εισβολή των Γερμανών και τη ναζιστική κατοχή, το ζεύγος Horna μετανάστευσε ξανά, αυτή τη φορά βρίσκοντας καταφύγιο στο Μεξικό. Η Kati ήταν μόλις 27 ετών και είχε ήδη μια τόσο περιπετειώδη ζωή πίσω της. Με το πέρασμα του χρόνου το Μεξικό έγινε για την Kati Horna η δεύτερη πατρίδα της, η χώρα που αγάπησε μένοντας εκεί για το υπόλοιπο της ζωής της. Το σπίτι της, στην Colonia Roma, στη καρδιά της Πόλης του Μεξικού έγινε σταδιακά σημείο συνάντησης των εξόριστων καλλιτεχνών που έφυγαν από την Ευρώπη όταν ξέσπασε ο πόλεμος: οι Remedios Varo, Edward James, Benjamín Péret, όπως και ο Emeric ChikiWeisz με την Leonora Carrington που το 1946 παντρεύτηκαν μεταξύ τους, επισκέπτονταν συχνά το ζεύγος Horna. Τα πρώτα χρόνια μάλιστα, συναντούσαν εκεί και την άλλη διάσημη ευρωπαία εμιγκρέ φωτογράφο, συναγωνίστρια της Kati στην Ισπανία, την Tina Modotti, η οποία πέθανε το 1943. Ο Stefan van Raay, επιμελητής της έκθεσης «Surreal Friends» (TATE 2010) γράφει σχετικά: «οι αυτοεξόριστοι καλλιτέχνες δημιούργησαν μια υποκατάστατη οικογένεια μεταξύ τους. Σε αυτήν την στενή κοινότητα, η φιλία της Horna με τις σουρεαλίστριες ζωγράφους Remedios Varo και Leonora Carrington ήταν ιδιαίτερα σημαντική και επηρέασε έντονα το έργο της κάθε γυναίκας».

Από την αρχή της μετεγκατάστασης της, η Horna ξεκίνησε να συνεργάζεται με τα περιοδικά του Μεξικό, όπως τα: Todo (1939), Mapa (1940), Enigma (1941), El arte de cocinar και Seguro Social (1944), μεταξύ άλλων. Το 1944 το Nosotros την προσέλαβε ως φωτογράφο πλήρους απασχόλησης. Εκεί δημοσίευσε σειρές όπως «Títeres en la penitenciaría» (Μαριονέτες στο αναμορφωτήριο), αλλά και πορτραίτα της μεξικανικής λογοτεχνικής και καλλιτεχνικής πρωτοπορίας: οι Alfonso Reyes, Germán Cueto, Pedro Friedeberg, Alejandro Jodorowsky, και Mathias Goeritz είναι ορισμένοι μόνο από τους οποίους παρέλασαν μπροστά από το φακό της. Μεταξύ 1958 και 1968 ήταν η επιμελήτρια φωτογραφίας του Mujeres, μια έκδοση αφιερωμένη σε γυναίκες συγγραφείς, ηθοποιούς, καλλιτέχνες και γενικά γυναικείες προσωπικότητες του πολιτισμού του Μεξικό. Παράλληλα με τα ρεπορτάζ η Horna συνέχισε τις πιο προσωπικές φωτογραφίες. Το 1962 δημιούργησε τις σειρές «Φετίχ» και «Ωδή στη Νεκροφιλία» για το επιδραστικό αν και βραχύβιο περιοδικό S.nob, το οποίο προσέφερε στη φωτογράφο μοναδικές ευκαιρίες για δημιουργική εξερεύνηση.

Η αρχιτεκτονική ήταν ένας άλλος τομέας με τον οποίο ασχολήθηκε η Kati Horna. Συνεργάστηκε με διάφορους αρχιτέκτονες όπως οι Luis Barragán, Carlos Lazo και Ricardo Legorreta, φωτογραφίζοντας κτήρια με ιστορική αξία ή νεόκτιστα δημόσια οικοδομήματα, όπως το Museo Nacional de Antropología (Εθνικό Μουσείο Ανθρωπολογίας), τη Ciudad Universitaria (Πανεπιστημιούπολη), και την Biblioteca Nacional (Εθνική Βιβλιοθήκη), ενώ φωτογράφισε κτήρια και εγκαταστάσεις που έγιναν με αφορμή τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1968. Το ενδιαφέρον της για την αρχιτεκτονική φωτογραφία επεκτάθηκε επίσης στη καταγραφή κατεστραμμένων και ερειπωμένων κτηρίων, με τέτοιο τρόπο όμως που επιτρέπει στους θεατές των εν λόγω φωτογραφιών να συμμετάσχουν στην ερμηνεία τους.

Τα τελευταία 20 χρόνια της ζωής ήταν καθηγήτρια φωτογραφίας στο Universidad Iberoamericana, στο Escuela de Diseño, στην Escuela Nacional de Artes Plásticas και στο Univesidad Nacional Autónoma de México.

Η Kati Horna πέθανε στην Πόλη του Μεξικό, τον Οκτώβριο του 2000.

Χρήστος Κοψαχείλης, Μάιος, 2021

Πηγές:

  • Mariana von Hartenthal: Kati Horna / Jeu de Paume, Παρίσι
  • Carole Naggar: Surrealist Photographs of the Spanish Civil War / TIME
  • Stefan Van Raay: Love, friendship & rivalry: Surreal friends / TATE
  • Αργυρώ Μποζώνη: Kati Horna: Στο φως το χαμένο αρχείο της αντιφασίστριας φωτογράφου από την Ουγγαρία / Περιοδικό LIFO