Η Annie Leibovitz έβαλε τη δική της καθοριστική σφραγίδα στη σύγχρονη φωτογραφία με αποτέλεσμα να θεωρείται σήμερα η σημαντικότερη φωτογράφος πορτρέτων διασημοτήτων και να έχει γίνει εξίσου διάσημη με τους ανθρώπους που φωτογραφίζει. Στη πολύχρονη καριέρα της είχε την ευκαιρία να συνεργαστεί και να φωτογραφίσει μερικές από τις μεγαλύτερες διασημότητες και τους πιο σημαντικούς και επιδραστικούς ανθρώπους στον κόσμο. Πολλοί ισχυρίζονται πως δεν φωτογραφίζει απλώς πρόσωπα, αλλά αποκαλύπτει προσωπικότητες μέσω των φωτογραφιών της. Είναι γενικά παραδεκτό ότι η επιτυχία ενός καλλιτεχνικού φωτογραφικού πορτρέτου έγκειται στο να αναδείξει όχι τα εξωτερικά χαρακτηριστικά, αλλά κυρίως τον εσωτερικό χαρακτήρα και την προσωπικότητα του εικονιζόμενου, σε αντίθεση με τα «εμπορικά» πορτρέτα που αρκούνται στην πιστή απεικόνιση ή στην, κατά το δυνατό, ωραιοποίηση της πραγματικότητας. Εγώ προσωπικά, δεν μπορώ να συμφωνήσω με αυτόν τον ισχυρισμό. Δεν μπορώ να παραδεχτώ ότι ο φωτογράφος –καλλιτέχνης ή μη- είναι σε θέση να αντιληφθεί την προσωπικότητα ενός ατόμου στον ελάχιστο χρόνο που θα χρειαστεί για να του κάνει ένα πορτρέτο, πόσο μάλιστα και να την αποτυπώσει. Πολύ περισσότερο μάλιστα, όταν αυτός που φωτογραφίζεται είναι ένας διάσημος, ο οποίος (σχεδόν) πάντα είναι δέσμιος της εικόνας που έχει ήδη σχηματίσει –ηθελημένα ή μη- το κοινό γι’ αυτόν. Γι’ αυτό άλλωστε και στα πορτρέτα της Leibovitz οι διάσημοι εικονιζόμενοι εμφανίζονται υποδυόμενοι τους «ρόλους» με τους οποίους είναι γνωστοί και καταξιωμένοι. Ακόμη κι αν με τη φωτογράφιση επιδιώκεται να «τσαλακωθεί» η επικρατούσα αντίληψη για τον εικονιζόμενο και πάλι η προβαλλόμενη «νέα» εικόνα είναι προϊόν μελέτης και προσανατολισμένου σχεδιασμού. Ανήκω σε αυτούς τους λίγους που υποστηρίζουν ότι αυτό που μπορεί να πετύχει ο καλλιτέχνης είναι, στη καλύτερη περίπτωση, να αποτυπώσει τον δικό του εσωτερικό κόσμο, την δική του προσωπικότητα, κάνοντας πορτρέτα τρίτων – διασήμων ή καθημερινών ανθρώπων. Στα πορτρέτα λοιπόν της Leibovitz αναγνωρίζω τον άψογο επαγγελματισμό και την αναμφισβήτητη ικανότητα της φωτογράφου, αλλά μου λείπει η αποκάλυψη και η συγκίνηση του έργου Τέχνης. Ανεξάρτητα όμως απ’ αυτό παραδέχομαι ότι η επιρροή της στη φωτογραφία είναι καθοριστική, για περισσότερο από μισό αιώνα τώρα, και ότι από τη διαχρονική μελέτη του έργου της προκύπτει, στα δικά μου μάτια τουλάχιστον, μια σύνοψη της εξέλιξης της glamour φωτογραφίας στα περιοδικά.
Η Annie γεννήθηκε στις 2 Οκτωβρίου 1949 στο Waterbury του Κονέκτικατ και ήταν το τρίτο από τα έξι παιδιά της Marilyn Edith (το γένος Heit) και του Samuel Leibovitz. Ο πατέρας της, Ρουμανο-εβραϊκής καταγωγής, ήταν πιλότος της πολεμικής αεροπορίας των Η.Π.Α και η μητέρα της, Εσθονικό-εβραϊκής καταγωγής, ήταν καθηγήτρια σύγχρονου χορού, γεγονός που βοήθησε στη διαμόρφωση του πάθους της για την τέχνη, συμπεριλαμβανομένου του χορού, της μουσικής και της ζωγραφικής. Το 1967, η Annie γράφτηκε στο Art Institute του Σαν Φρανσίσκο για να σπουδάσει ζωγραφική με την πρόθεση να γίνει δασκάλα καλλιτεχνικών, αλλά παράλληλα παρακολουθούσε και μαθήματα φωτογραφίας με σκοπό να φωτογραφίζει τα πράγματα που ήθελε να τα μελετήσει μετά ζωγραφικά. Το καλοκαίρι του 1968 αγόρασε την πρώτη της φωτογραφική μηχανή και άρχισε να φωτογραφίζει στις Φιλιππίνες, όπου είχε βρεθεί για καλοκαιρινές διακοπές, ακολουθώντας τις μεταθέσεις του πατέρα της. Στην δεκαενιάχρονη τότε Annie, έκαναν μεγάλη εντύπωση οι φτωχοί και παραμελημένοι ντόπιοι, οι Νεγκρίτος, που ζούσαν στα όρια της Αεροπορικής Βάσης ψάχνοντας καθημερινά στα σκουπίδια για να εξασφαλίσουν τη τροφή τους. Σε μια επιτυχημένη φωτογραφία εκείνης της περιόδου εικονίζεται η «βασίλισσα των Νεγκρίτος», όπως την αποκαλεί η ίδια, μια λευκοφορεμένη γριούλα που κρατά διστακτικά το χέρι ενός από τους στρατιώτες της βάσης που ποζάρουν μαζί της. Σύμφωνα με μια συνέντευξή της στον Θανάση Λάλα για «το Βήμα» (19/5/1996), η Leibovitz δηλώνει πως η συγκεκριμένη φωτογραφία ήταν από τις πρώτες που ένιωσε να αποπνέουν τη δύναμη που απέπνεαν για εκείνη οι φωτογραφίες στα οικογενειακά άλμπουμ της. Καθόλου τυχαία λοιπόν αυτή η φωτογραφία ανοίγει το πρώτο αναδρομικό της λεύκωμα: Annie Leibovitz : Photographies 1970 – 1990, Schirmer / Mosel. Τον επόμενο χρόνο, το 1969, βρέθηκε να δουλεύει εθελοντικά για αρκετούς μήνες σε κιμπούτς στο Ισραήλ, απ’ όπου προέρχεται η δεύτερη φωτογραφία του λευκώματος και από τις ελάχιστες της Leibovitz που δεν περιλαμβάνουν ανθρώπους.
Όσο ήταν στο Ισραήλ παρακολουθούσε τα νέα της πατρίδας της μέσα από τις σελίδες του περιοδικού «Rolling Stone», μια συνδρομή του οποίου της είχε δωρίσει ένας φίλος της. Επιστρέφοντας στο Σαν Φραντσίσκο σκέφτηκε να δείξει κάπου τις φωτογραφίες που είχε τραβήξει και έτσι επισκέφτηκε τον Robert Kingsbury, τον καλλιτεχνικό διευθυντή του «Rolling Stone». Μετά από λίγο είδε κάποιες από αυτές τις φωτογραφίες της δημοσιευμένες. Στη συνέχεια της ζήτησαν και κάποιες άλλες συνεργασίας, κυρίως πορτρέτα μουσικών. Από τους πρώτους μύθους που της ανατέθηκε να φωτογραφίσει ήταν ο John Lennon, το 1970. Όταν στάθηκε με τη φωτογραφική μηχανή μπροστά του, τα έχασε. Ο Lennon όμως ήταν πολύ υποστηρικτικός. Της φέρθηκε πολύ φιλικά, την απελευθέρωσε και την βοήθησε να φτιάξει το στυλ της. Ακολούθησαν και άλλα πορτρέτα μουσικών: Jerry Garcia, Joan Baez, Alice Cooper, Ray Charles, Luis Armstrong. Έτσι, σε ηλικία 23 ετών, η Leibovitz είχε γίνει η επικεφαλής φωτογράφος του «Rolling Stone». Όπως και στο κολέγιο, απολάμβανε το κοινωνικό περιβάλλον και το πνεύμα συνεργασίας που ενθάρρυνε το περιοδικό. Εκτός όμως από τα πορτρέτα των μουσικών αναλάμβανε να φωτογραφίσει και άλλα θέματα, κοινωνικά ή πολιτικά. Παρά το γεγονός ότι ο πατέρας της συμμετείχε ως αεροπόρος στο πόλεμο του Βιετνάμ, η ίδια τράβηξε ένα εμβληματικό πορτρέτο του Ron Kovic, ενός αμερικανού στρατιώτη που επέστρεψε καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι και αποτέλεσε τον κινηματογραφικό ήρωα που υποδύθηκε ο Tom Cruise στην ταινία του Oliver Stone, «Born On The Fourth Of July» (1989). Κάλυψε επίσης την αποπομπή του προέδρου Nixon όταν ξέσπασε το σκάνδαλο Watergate. Ήταν ένας από τους τελευταίους δημοσιογράφους στους οποίους δόθηκαν τα διαπιστευτήρια για να μπει στον Λευκό Οίκο. Όταν ο Nixon επιβιβάστηκε για τελευταία φορά στο προεδρικό ελικόπτερο και έκλεισε η πόρτα, οι φρουροί άρχισαν να τυλίγουν το χαλί και οι φωτογράφοι κατέβασαν τις κάμερές τους. Η Annie Leibovitz όμως συνέχισε να φωτογραφίζει. Αυτή η ενδιάμεση στιγμή που απαθανάτισε ήταν κάτι που σπάνια έβλεπε το αναγνωστικό κοινό στο Τύπο.
Το 1974 το περιοδικό πέρασε στην έγχρωμη φάση του και μαζί του πέρασε και η Leibovitz. «Στη σχολή δεν μας έμαθαν τίποτα για το φωτισμό και βέβαια ασχολούμασταν μόνο με την ασπρόμαυρη φωτογραφία. Έπρεπε λοιπόν να μάθω την έγχρωμη φωτογραφία μόνη μου» εκμυστηρεύτηκε σε συνέντευξη της δυο δεκαετίες αργότερα. Το 1975, η Annie εκμεταλλεύτηκε τη θέση της στο περιοδικό για να ακολουθήσει το συγκρότημα των Rolling Stones σε μια περιοδεία τους στις ΗΠΑ. Μέσα από αυτή την εμπειρία, όμως έχασε τον εαυτό της, καθώς ενέδωσε στον λαμπερό τρόπο ζωής του rock ‘n’ roll και εθίστηκε στα ναρκωτικά. «Δεν ήξερα σε τι λούκι έμπαινα. Ήταν απίστευτα ανόητο που διάλεξα να ακολουθήσω αυτό το γκρουπ και να υιοθετήσω τις συνήθειές τους». Επαγγελματικά βέβαια η μαθησιακή εμπειρία της από αυτή τη περιοδεία ήταν καθοριστική. Είδε από πρώτο χέρι τόσο τον μεγάλο ενθουσιασμό την ώρα της συναυλίας, όσο και τη μοναξιά που ακολουθούσε αργότερα. Μας χάρισε μυθικές φωτογραφίες πάνω στη σκηνή, που αποτυπώνουν με πιστότητα τη rock προσωπικότητα των μελών του γκρουπ, τα εκστασιασμένα πλήθη να στριμώχνονται στα προστατευτικά συρματοπλέγματα, σοκαριστικά στιγμιότυπα από τα παρασκήνια, όπως το τραυματισμένο (;) χέρι του Mick Jagger γεμάτο πρόχειρα ράμματα ή έναν ημιλιπόθυμο Kith Richards στα πατώματα, αλλά και ενδιαφέροντα πορτρέτα του Mick με μπουρνούζι μέσα σ’ ένα ασανσέρ και της Bianca Jagger να καπνίζει πριν επιβιβαστεί στο αεροπλάνο. Σε κάθε περίπτωση, όπως δήλωσε και η ίδια αργότερα: «Η εμπειρία μου με τους Rolling Stones με άλλαξε ως φωτογράφο». Εκείνη την περίοδο η Leibovitz ήταν μέλος της πιο hot παρέας της εποχής, απαθανατίζοντας όλες τις κομβικές στιγμές, αλλά και ζώντας τις ταυτόχρονα. Συναντούσε και φωτογράφιζε συχνά στον Andy Warhol και τον Truman Capote στο Factory, έκανε κάποια ενδιαφέροντα πορτρέτα των underground ηθοποιών που σύχναζαν στο «ναό» του Warhol, όπως ο Joe Dallesandro και ο Divine. Φωτογράφισε μάλλον συμβατικά και αδιάφορά τον Bob Dylan ντυμένο με λαμέ ρούχα να …ποτίζει με το λάστιχο τα παρτέρια στο Χόλυγουντ, τη Jane Fonda να τρώει ποπ-κορν μέσα στην αίθουσα του κινηματογράφου, αλλά και τους ομότεχνούς της Richard Avedon, Helmut Newton και Alice Springs. «Ένα πράγμα που βλέπετε στις φωτογραφίες μου είναι ότι δεν φοβόμουν να ερωτευτώ αυτούς τους ανθρώπους».
Στις 8 Δεκεμβρίου 1980, η Annie έκανε την πιο εμβληματική φωτογραφία της καριέρας της. Αυτή η ημερομηνία και αυτή η φωτογραφία θα μείνει για πάντα στη μνήμη όλων, λόγω της συγκυρίας που προέκυψε λίγες ώρες αργότερα. Σε μια προσπάθεια προώθησης του «Double Fantasy», του άλμπουμ που είχε δημιουργήσει μαζί με τη Yoko Ono και το οποίο είχε πρόσφατα κυκλοφορήσει, ο Lennon είχε συμφωνήσει για μια ακόμη φωτογράφηση από την Leibovitz μέσα στο διαμέρισμά του στο Μανχάταν και εκείνη του υποσχέθηκε το επόμενο εξώφυλλο στο «Rolling Stone». Αρχικά προσπάθησε να βγάλει μια φωτογραφία μόνο με τον Lennon, όπως ήθελε το περιοδικό, αλλά ο Lennon επέμενε να είναι τόσο αυτός όσο και η Yoko Ono στο εξώφυλλο. Η Leibovitz προσπάθησε να δημιουργήσει κάτι που θα έμοιαζε με τη φωτογραφία του εξωφύλλου του δίσκου, όπου το ζευγάρι φιλιέται στο στόμα τρυφερά και έτσι τους φωτογράφησε αγκαλιασμένους. Στη συνέχεια τους ζήτησε να επαναλάβουν την ίδια πόζα γυμνοί, αλλά η Ono ένιωθε άβολα να βγάλει τα ρούχα της. Ο John όμως έμεινε γυμνός και κουλουριάστηκε σε εμβρυακή στάση πλάι στην Ono στο πάτωμα. Η Leibovitz έκανε μερικές ακόμη λήψεις με polaroid, οπότε και οι τρεις τους είδαν αμέσως το αποτέλεσμα και έμειναν απόλυτα ενθουσιασμένοι. Ήξεραν ότι είχαν καταγράψει τη τέλεια λήψη. Ο Lennon της είπε: «Έχεις αποτυπώσει επακριβώς τη σχέση μας. Υποσχέσου μου ότι αυτή η φωτογραφία θα είναι στο εξώφυλλο». Η Leibovitz ήταν το τελευταίο άτομο που φωτογράφισε επαγγελματικά τον Lennon, καθώς πέντε ώρες αργότερα πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε έξω ακριβώς από το σπίτι του. Ένα μήνα αργότερα, το «Rolling Stone» έδωσε στους θλιμμένους θαυμαστές της μουσικής την «τελευταία του εικόνα».
Αυτή η τραγική σύμπτωση εκτόξευσε τη φήμη της Leibovitz, αλλά την έκανε να ξανασκεφτεί τη τροπή που είχε πάρει η ζωή της. Τα τελευταία χρόνια είχε κινδυνεύσει να πεθάνει τουλάχιστον δύο φορές από υπερβολική δόση και είχε φτάσει στο σημείο να πουλά τον φωτογραφικό εξοπλισμό της για να εξασφαλίσει τη δόση της κοκαΐνης που χρειαζόταν. Ζήτησε τη βοήθεια που χρειαζόταν για να ξεκόψει από τα ναρκωτικά, να παραμείνει καθαρή και να συνεχίσει την καριέρα της. Παράλληλα εγκατέλειψε το «Rolling Stone» -μετά από περίπου δεκατρία χρόνια και 142 εξώφυλλα- επειδή θεωρούσε ότι ήταν συνυφασμένο με την κουλτούρα των ναρκωτικών. Έχοντας άφθονη εμπειρία και εξειδίκευση στο να φωτογραφίζει αστέρες της ροκ, δεν χρειάστηκε να περιμένει πολύ μέχρι να της δοθούν οι ευκαιρίες να συνεχίζει να φωτογραφίζει διασημότητες της Τέχνης. Το περιοδικό «Now» της ζήτησε να συνεργαστεί με την, σχετικά άγνωστη τότε, ηθοποιό Meryl Streep, η οποία είχε τον πρώτο της πρωταγωνιστικό ρόλο στη ταινία «Η Γυναίκα του Γάλλου υπολοχαγού». Η Streep ήταν στο εξώφυλλο του περιοδικού τον Οκτώβριο του 1981 με το πρόσωπό της καλυμμένο με μια λευκή μάσκα, μια εικόνα που αναπαράγεται πλέον σε όλο το διαδίκτυο. Το 1983 εντάχθηκε στο προσωπικό του Vanity Fair, για το οποίο τράβηξε πάνω από 104 εξώφυλλα και αμέτρητα πορτρέτα για το περιοδικό. Σε αντίθεση με το «Rolling Stone», οι προϋπολογισμοί στο Vanity Fair (και αργότερα στη Vogue) ήταν τεράστιοι γεγονός που επέτρεψε στη Leibovitz να πειραματιστεί και να δημιουργήσει πολύπλοκές και συχνά πανάκριβες συνθέσεις. Τα πορτραίτα της μεταπήδησαν από τις συνήθως απλές, ασπρόμαυρες εικόνες σε υπερβολικά πλούσιες παραγωγές, κατά βάση έγχρωμων φωτογραφιών. Μία από τις πρώτες διάσημες λήψεις της για το περιοδικό ήταν το 1984, με την ανερχόμενη, τότε, κωμική Whoopi Goldberg. Η Leibovitz χρησιμοποίησε πραγματικό γάλα για να γεμίσει τη μπανιέρα στην οποία βυθίστηκε η Whoopi για να δημιουργήσει ένα αδιαφανές λευκό στις φωτογραφίες, που δημιούργησε έντονο κοντράστ με το δέρμα της Goldberg.
Στη συνέντευξη που, όπως προανέφερα, έδωσε στο Λάλα, η Leibovitz είπε ότι στη πρώτη φωτογράφηση με τον Lennon, αυτός της είπε κάτι που δεν ξέχασε ποτέ. Συγκεκριμένα της είπε: «Αυτό που με κρατάει στη ζωή είναι η εικόνα που έχω για τον εαυτό μου – δεν ξεγελάστηκα ποτέ από την εικόνα που είχαν οι άλλοι για μένα!». Αυτή η φράση, ισχυρίζεται ότι, την βοήθησε να καταλάβει πως: «Το πιο δύσκολο στην περίπτωση των πορτρέτων είναι να ξεπεράσουμε αυτό που περιβάλλει τις διασημότητες, που καλούμαστε να φωτογραφίσουμε. Συχνά αυτό που τους περιβάλλει είναι πιο στέρεο από τους ίδιους, πιο απροσπέλαστο, πιο σκληρό… Από μέσα όμως όλοι οι άνθρωποι είναι φυσιολογικοί! Κάθε άνθρωπος έχει την άποψη του, άρα και την ξεκλείδωτη πόρτα του. Δεν πιστεύω ότι η ικανότητα της επικοινωνίας είναι να βρεις τα κλειδιά να ανοίξεις την πόρτα του άλλου… Η ικανότητα είναι να βρεις την πόρτα που ο άλλος αφήνει ξεκλείδωτη, γιατί ξέρει ότι κανείς δεν πρόκειται να δοκιμάσει να μπει μέσα από αυτή…». Η παραπάνω δήλωση της Leibovitz ακούγεται μεν πολύ γοητευτική, αλλά φοβάμαι ότι η ίδια δεν την εφάρμοσε. Αν εξαιρέσουμε τα πολύ ενδιαφέροντα πορτρέτα που έκανε, στην αρχή την ενασχόληση της με το μέσο, στρέφοντας το φακό της στα πρόσωπα της οικογένειάς της και ενδεχομένως τις πρώτες ασπρόμαυρες φωτογραφίες της για το «Rolling Stone» που έχουν μια φρεσκάδα και προσπαθούν να εναρμονιστούν με το πνεύμα του Robert Frank ή του Cartier–Bresson, από τους οποίους εμπνεόταν, οι έγχρωμες που ακολούθησαν φαντάζουν έξυπνες μεν, αλλά εντελώς προβλέψιμες. Η Leibovitz όχι μόνο δεν προσπαθεί να βρει την «ξεκλείδωτη πόρτα» που θα της επιτρέψει να παρακάμψει τη ψεύτικη γυαλάδα που περιβάλει τους αστέρες που φωτογραφίζει, αλλά αντιθέτως προτάσσει εμφατικά τα στοιχεία για τα οποία είναι ήδη γνωστός ο εικονιζόμενος. Ο Sting φωτογραφίζεται γυμνός και καλυμμένος με λάσπες σε μια άνυδρη και ανησυχητικά ερειπωμένη περιοχή για να υπερτονιστούν οι οικολογικές ευαισθησίες του, τις οποίες προβάλει με κάθε ευκαιρία. Ο φωτογράφος William Wegman ποζάρει έχοντας αγκαλιά τον σκύλο του, Fay Ray, ο οποίος αποτελεί το μόνιμο και μοναδικό υποκείμενο των φωτογραφιών του, ενώ ο Christo εμφανίζεται τυλιγμένος από τη κορυφή μέχρι τα νύχια με λευκές γάζες, όπως ακριβώς επιτάσσει και το concept του έργου του, που επιβάλλει το τύλιγμα εμβληματικών αρχιτεκτονημάτων ή ολόκληρων ιστορικών τοποθεσιών με γάζες. Ο Michael Jackson στέκεται για να φωτογραφηθεί μπροστά από μια σειρά καθρεφτών, που πολλαπλασιάζουν το είδωλο του στο αρνητικό. Εκείνη την εποχή θεωρούσαμε ότι απλώς ήταν εγωκεντρικός και φιλάρεσκος…
Άλλες φορές η Leibovitz χρησιμοποιεί την ιδιότητα του εικονιζόμενου ως κεντρική ιδέα του πορτρέτου, κλείνοντας το μάτι ακόμη και σ’ αυτούς που δεν γνωρίζουν τον αστέρα που ποζάρει. Ο Magic Johnson φωτογραφίζεται με μια μπάλα του μπάσκετ. Ο Miles Davis με τη τρομπέτα στο πλάι του, ο Carl Lewis ποζάρει έτοιμος για την εκκίνηση του σπριντ, ο Greg Louganis βουτά με το μαγιό, σε άψογη στάση, κάθετα στο νερό, ο Clint Eastwood, εμφανίζεται δεμένος χειροπόδαρα σε ένα σκονισμένο καουμπόικο σκηνικό. Τότε τον γνωρίζαμε από τα σπαγγέτι-γουέστερν, δεν είχε ενσαρκώσει ακόμη τον επιθεωρητή Callahan και αργούσε η εποχή που θα πέρναγε πίσω από τη κάμερα σαν σκηνοθέτης. Με την ίδια λογική φωτογράφισε τους Blue Brothers με τα πρόσωπά τους βαμμένα …μπλε, τον Sam Shepard με καουμπόικα ρούχα και πλατύγυρο καπέλο –την εποχή που ζούσε αποτραβηγμένος σε ράντσο- τον Bruce Springsteen με τη κιθάρα του, με φόντο την αστερόεσσα και τον Keith Haring με ζωγραφισμένο το γυμνό κορμί του να ενσωματώνεται σε ένα σκηνικό που μιμείται τα χαρακτηριστικά των έργων του. Την ίδια ιδέα ενσωμάτωσης χρησιμοποίησε και για το πορτρέτο του Steve Martin, που τον φωτογράφισε πασαλειμμένο αστεία με λαδομπογιές μπροστά σ’ έναν αφηρημένο πίνακα του Franz Kline, ώστε να δίνει την εντύπωση ότι είναι μέρος του πίνακα.
Όταν θέλησε να προκαλέσει, πάντα με μέτρο και στα όρια της ευπρέπειας, δημιούργησε ένα αμφιλεγόμενο εξώφυλλο για το περιοδικό Vanity Fair, τον Αύγουστο του 1991, εμφανίζοντας τη Demi Moore στον έβδομο μήνα της εγκυμοσύνης της, γυμνή φορώντας μόνο ένα διαμαντένιο σκουλαρίκι 33 καρατίων και ένα δαχτυλίδι. Αυτή η φωτογραφία, που αρχικά προοριζόταν για προσωπική χρήση της Moore, έχει χαρακτηριστεί μια από τις πιο επιδραστικές εικόνες όλων των εποχών. Είναι μια φωτογραφία που αποθεώνει την εγκυμοσύνη και τη μητρότητα αν και αρχικά εξέπληξε και σόκαρε. Η διάσημη σταρ του κινηματογράφου ποζάρει με υπερηφάνεια. Το ένα χέρι καλύπτει το στήθος της, ενώ το άλλο αγκαλιάζει τρυφερά τη φουσκωμένη κοιλιά καμαρώνοντας για το σώμα της, μια απεικόνιση που κάποτε θεωρούνταν ταμπού.
Μια άλλη μεταγενέστερη (2008) φωτογραφία της που προκάλεσε σάλο ήταν αυτή της 15χρονης σταρ της Disney, Miley Cyrus, η οποία εκείνη την εποχή θεωρούνταν πρότυπο για τα νεαρά κορίτσια. Η Annie φωτογράφισε τη νεαρή ηθοποιό να κρατά ένα λευκό σεντόνι στο στήθος της, αφήνοντας ακάλυπτη τη γυμνή πλάτη της και υπονοώντας ότι δεν φορούσε τίποτα άλλο κάτω από το σεντόνι. Το διαδίκτυο πήρε φωτιά με τη φωτογράφιση, υποστηρίζοντας ότι η νεαρή τραγουδίστρια και ηθοποιός «χειραγωγήθηκε σκόπιμα» για να ποζάρει φαινομενικά τόπλες με μόνο ένα σατέν σεντόνι ριγμένο πάνω της. «Λυπάμαι που το πορτρέτο μου της Miley παρερμηνεύτηκε. Η φωτογραφία είναι ένα απλό, κλασικό πορτρέτο, τραβηγμένο με πολύ λίγο μακιγιάζ και νομίζω ότι είναι πολύ όμορφη», δήλωσε εκ των υστέρων η φωτογράφος.
Την άνοιξη του 2015, η Caitlyn Marie Jenner, η οποία γεννήθηκε ως William Bruce Jenner, ολοκλήρωσε τις ιατρικές διαδικασίες που της επέτρεψαν να γίνει πλήρως γυναίκα. Ο William ανέλαβε τη διαδικασία με μυστικότητα, κάτι που ήταν δύσκολο, δεδομένου του δημόσιου προφίλ του, καθώς ήταν χρυσός Ολυμπιονίκης στο Δέκαθλο, στους Θερινούς Ολυμπιακούς αγώνες του 1976 στο Μόντρεαλ, δημιουργώντας τρίτο διαδοχικό παγκόσμιο ρεκόρ και κερδίζοντας φήμη ως «ένας παναμερικανικός ήρωας». Ο William είχε ήδη έξι παιδιά με τρεις διαδοχικές συζύγους πριν αποφασίσει να αλλάξει φύλλο. Η αποκάλυψη της Caitlyn Jenner στο κοινό ανακοινώθηκε μέσω του Vanity Fair, τον Ιούλιο του 2015, με φωτογραφίες της Annie Leibovitz. Το συνοδευτικό άρθρο περιέγραφε τον πόνο και τις δοκιμασίες που βίωσε η Jenner όταν άλλαξε από William σε Caitlyn.
Η Leibovitz έχει αποκτήσει τέτοια παγκόσμια φήμη για τα πορτρέτα της, που δεν της αρνήθηκε να ποζάρει ούτε ο Δαλάι Λάμα, ούτε ο Πάπας Φραγκίσκος και να σκεφτεί κανείς ότι δεν είναι βουδίστρια, ούτε καν καθολική! Στη φωτογράφιση του Πάπα η Annie είχε το ελεύθερο να κινείται ακόμη και από πίσω για να απαθανατίσει τις καλύτερες γωνίες του, με στόχο να συλλάβει τον ηγέτη της Καθολικής εκκλησίας στην καθημερινή του ζωή. Έχει φωτογραφίσει επίσης τη βασίλισσα Ελισάβετ Β‘ πολλές φορές σε όλη τη διάρκεια της καριέρας της. Τη φωτογράφισε για πρώτη φορά το 2007 και ξανά προς τιμήν των 90ων γενεθλίων της το 2016, μαζί με την οικογένειά της, σε στάσεις που δεν μοιάζουν και τόσο με στερεότυπο επίσημο πορτρέτο. Φημολογείται μάλιστα πως είχε ζητήσει από την Βρετανίδα μονάρχη να βγάλει την τιάρα της για τη φωτογράφιση. Τρία χρόνια αργότερα φωτογράφισε και την «βασίλισσα των drag queens», ντυμένη ως Βασίλισσα Ελισάβετ. Ο RuPaul Charles, όπως είναι το πλήρες όνομα του 58χρονου καλλιτέχνη, είναι παρουσιαστής του πολύ επιτυχημένου και βραβευμένου με Emmy ριάλιτι RuPaul’s Drag Race και πόζαρε για τον φακό της διάσημης φωτογράφου για τη Vogue.
Εκτός όμως από βασίλισσες, η Leibovitz έχει φωτογραφίσει και «πριγκίπισσες» των παραμυθιών, όπως τη Jennifer Hudson, που επιλέχθηκε να υποδυθεί την Tiana στη ταινία κινουμένων σχεδίων, «The Princess and the Frog». Η Leibovitz έχει ξεκινήσει, από το 2007, μια σειρά από πορτρέτα διασημοτήτων με θέμα τις ταινίες της Disney. Η ιδέα βασίστηκε στη πρόταση της Walt Disney Company για την προώθηση του “Year Of A Million Dreams” με σκοπό την αύξηση της επισκεψιμότητας του κοινού στα πάρκα της Disneyland. Ακόμη και μετά το τέλος αυτής της προωθητικής καμπάνιας η Leibovitz συνεχίζει να τραβά αυτά τα πορτρέτα των διασημοτήτων μεταμορφώνοντας τους σε αγαπημένους χαρακτήρες κινουμένων σχεδίων. Έτσι η Beyonce μεταμορφώθηκε σε «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων», η Scarlett Johanson σε Σταχτοπούτα, η Rachel Weisz σε Χιονάτη, ο Russell Brand πόζαρε ως Captain Hook από την ιστορία τον Peter Pan, ενώ η Jennifer Lopez και ο Marc Anthony υποδύθηκαν την Jasmine και τον Aladdin αντίστοιχα.
Το 2016 φωτογράφισε (για δεύτερη φορά) τα πορτρέτα για το διάσημο ημερολόγιο της Pirelli. Ήταν η χρονιά που αντί για τα συνηθισμένα σούπερ μόντελ προτιμήθηκαν καταξιωμένες γυναίκες που είχαν πετύχει στον τομέα τους. Ανάμεσά τους, η 82χρονη τότε Yoko Ono, η Patti Smith, η κωμικός Amy Schumer και το αστέρι του τένις Serena Williams. Τον επόμενο χρόνο η Annie Leibovitz είχε την τιμή να τραβήξει ένα πορτρέτο του Stephen Hawking για το Vanity Fair. Ευφυής και ευρηματική, όπως πάντα, επέλεξε να παρουσιάσει το ειδικά σχεδιασμένο κάθισμα πάνω στο οποίο καθόταν για να εργαστεί ο Hawking σε πλήρη θέα, σε αντίθεση με τους άλλους φωτογράφους, οι οποίοι προσπάθησαν να το ελαχιστοποιήσουν ή και να το αφαιρέσουν εντελώς από τα δικά τους πορτρέτα του επιστήμονα. Η Leibovitz έβαλε έναν καμβά στο σαλόνι σαν φόντο και παρουσίασε το κάθισμα υποβλητικά υποφωτισμένο σε αντίθεση με το λαμπερό και όμορφα φωτισμένο πρόσωπό του Hawking, που γέρνει και κοιτάζει προς το φακό. «Δεν ήθελα να αποφύγω το κάθισμα. Με ενδιέφερε μια πιο αντικειμενική καταγραφή του περίπλοκου καθίσματος σε συνδυασμό με την ανθρωπιά του Hawking. Αυτή είναι η ζωή του, άλλωστε», ισχυρίστηκε η Leibovitz.
Όσο άνετη είναι η Leibovitz στο να καταγράφει τις ζωές των άλλων, τόσο απρόθυμη είναι να αποκαλύψει λεπτομέρειες της προσωπικής της ζωής. Το 1988 είχε αναλάβει να φωτογραφίσει τη συγγραφέα, σκηνοθέτη και ακτιβίστρια Susan Sontag για το εξώφυλλο του βιβλίου της σχετικά με το AIDS. Στη διάρκεια αυτής της συνεργασίας τους οι δυο γυναίκες θα αλληλοερωτευτούν, θα δοθούν ψυχή τε και σώματι η μία στην άλλη, θα συνυπάρξουν αρμονικά, αλλά με άκρα διακριτικότητα, μακριά από αδηφάγα φλας και ρεπορτάζ. Μακριά από κάθε σκάνδαλο. Η διανοούμενη συγγραφέας ήταν 16 χρόνια μεγαλύτερη από την φωτογράφο της ποπ κουλτούρας και είχε έναν γιο από τον βραχύβιο γάμο της με τον καθηγητή κοινωνιολογίας Philip Rieff όταν ήταν 17 ετών. Η Susan διάσημη κριτικός των μέσων ενημέρωσης και της φωτογραφίας, συγγραφέας του κλασσικού πια «On Photography» (1977), προσπάθησε να δώσει νέα διάσταση στο έργο της Leibovitz, ενώ εκείνη την εισήγαγε στον κόσμο των διασημοτήτων. Η συμβίωση τους υπήρξε αρμονική, αν και συνέχισαν να διατηρούν ξεχωριστά διαμερίσματα. Μονάχα μετά τον θάνατο της Sontag, τον Δεκέμβριο του 2004, η Leibovitz πάντα κομψά και διστακτικά θα μιλήσει για την απόλυτη ερωτική τους σχέση και για το πόσο αυτή άλλαξε τη ζωή της. Η Annie το 2001 σε ηλικία 51 ετών, γέννησε την πρώτη της κόρη, τη Σάρα και μάλιστα φωτογραφήθηκε εγκυμονούσα, αν και όχι τόσο λαμπερά, όπως η αντίστοιχη φωτογραφία με τη Demi Moore. Μετά το θάνατο της Sontag απέκτησε τα δίδυμα κορίτσια Σούζαν και Σαμουέλ, μέσω παρένθετης μητέρας.
Το 1992-1994, κατά τη διάρκεια του αιματηρού πολέμου στη Βοσνία, οι δυο γυναίκες βρέθηκαν στο Σεράγεβο, όπου η μεν Sontag σκηνοθέτησε το θεατρικό έργο «Περιμένοντας τον Γκοντό» η δε Leibovitz φωτογράφιζε τη φρίκη του πολέμου και τις συνέπειες του στους αμάχους. Η πιο γνωστή φωτογραφία της από εκείνη τη περίοδο είναι μια που δείχνει ένα εφηβικό ποδήλατο πεσμένο κάτω στο δρόμο, που είναι λεκιασμένος από κάποια έντονα μαύρα σημάδια. Θα μπορούσε να ήταν μια εντελώς αδιάφορη φωτογραφία αν δεν είχε τον εντελώς κατατοπιστικό τίτλο: «Fallen bicycle of teenage boy just killed by a sniper, 1994». Η φωτογράφος μας διαβεβαιώνει για τον θάνατο ενός αθώου αγοριού παγιδευμένου στη δίνη του πολέμου, που έγινε μπροστά στα μάτια της, οπότε, καθώς η φωτογραφία είναι ασπρόμαυρη, συνειδητοποιούμε ότι οι μαύροι λεκέδες στη άσφαλτο είναι από το αίμα του αδικοχαμένου νέου, αλλά και πάλι η δύναμη της φωτογραφίας περιορίζεται στην αλήθεια του τίτλου της.
Μετά το Σεράγεβο η Sontag πρότεινε στη Leibovitz να δούλεψαν μαζί για να «συντάξουν» την πινακοθήκη των «Γυναικών στην Αμερική». Οι φωτογραφίες που τράβηξε η Annie, ειδικά γι΄ αυτή τη σειρά, αποτελούν μια παρέλαση και ένα σχόλιο για τα όλα τα κοινωνικά στρώματα, από τα κορίτσια στα σόου του Λας Βέγκας μέχρι την Πρώτη Κυρία των Η.Π.Α. Είναι ένα συλλογικό πορτρέτο της Αμερικανίδας εκείνης της εποχής. Η Leibovitz έχοντας πλήρη επίγνωση του πόσο πλούσιο μπορεί να είναι ένα τέτοιο θέμα το παρομοιάζει με το να φωτογραφίζει κάποιος έναν ωκεανό. Αυτή η δουλειά ολοκληρώθηκε το 1999 με την έκδοση ενός βιβλίου με τίτλο «Women» και μια ομότιτλη έκθεση στην γκαλερί Corcoran στην Ουάσιγκτον. Οι 256 σελίδες του βιβλίου περιλαμβάνουν μια ατέλειωτη ποικιλία γυναικείων επαγγελμάτων και ιδιοτήτων: μία αστροναύτης, δύο δικαστίνες του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αγρότισσες, αστέρες του κινηματογράφου, showgirls, αναβάτισσες ροντέο, χορεύτριες, μια καμαριέρα, μία χειρούργος, η Hillary Clinton, ροκ σταρ, ιερόδουλες, δασκάλες, αθλήτριες, ποιήτριες, συγγραφείς, ζωγράφοι, μουσικοί, σκηνοθέτες θεάτρου, πολιτικοί ακτιβιστές, επιχειρηματίες, αλλά και η μητέρα της. «Κάθε μία από αυτές τις φωτογραφίες πρέπει να στέκεται από μόνη της», γράφει η Susan Sontag στο εισαγωγικό κείμενο του βιβλίου. «Αλλά το σύνολο όλων υποδηλώνει αυτό που είναι τώρα οι γυναίκες — τόσο διαφορετικές, τόσο μοναδικές, τόσο ηρωικές, τόσο μοναχικές, τόσο συμβατικές, όσο και αντισυμβατικές». Συνόψισε μάλιστα το νόημα αυτής της δουλειάς μέσα στη φράση της κόρης μιας επισκέπτριας που βλέποντας τις φωτογραφίες σχολίασε: «Μαμά, όταν μεγαλώσω, θέλω να γίνω γυναίκα».
Οι πιο πρόσφατες φωτογραφίες της Annie Leibovitz που προκάλεσαν αντιφατικά σχόλια είναι μια σειρά από πορτρέτα του Ουκρανού προέδρου Volodymyr Zelensky και της πρώτης κυρίας Olena Zelenska, για τη Vogue. Ο Zelensky απεικονίζεται με το καθιερωμένο πια χακί μπλουζάκι του στο προεδρικό μέγαρο στο Κίεβο, ενώ η Olena, φορώντας ρούχα που αποδίδονται σε διάφορους Ουκρανούς σχεδιαστές, εμφανίζεται μόνη της στο εξώφυλλο του περιοδικού. Στις εσωτερικές σελίδες ποζάρει πλαισιωμένη από Ουκρανές στρατιωτίνες στο αεροδρόμιο του Κιέβου Hostomel, μπροστά από τα συντρίμμια του Antonov-AN 225, του μεγαλύτερου αεροπλάνου στον κόσμο, το οποίο κατέστρεψαν οι ρωσικές δυνάμεις υποχωρώντας μετά την αντεπίθεση των Ουκρανών. Η φωτογράφιση πυροδότησε την οργή μερίδας των Ρεπουμπλικανών στις Η.Π.Α, που θεώρησαν ότι η αποστολή στην Ουκρανία βοήθειας 60 δισεκατομμυρίων δολαρίων δεν συνάδει με τις φωτογραφίσεις του προεδρικού ζεύγους για το περιοδικό Vogue. Οι Δημοκρατικοί από τη πλευρά τους ισχυρίστηκαν ότι δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι χρησιμοποιήθηκαν χρήματα της βοήθειας για τη χρηματοδότηση των γυρισμάτων. Καθώς αυτός ο αλλόκοτος πόλεμος διεξάγεται από την αρχή, τόσο στα πεδία των μαχών, όσο και στον χώρο της ενημέρωσης, είναι πολύ φυσικό τέτοιου είδους φωτογραφίες να πρωταγωνιστούν στη προσπάθεια τόνωσης του ηθικού των Ουκρανών, αλλά και στην ευαισθητοποίηση των λαών και κατά συνέπεια των ηγετών στη Δύση. Ο έμπειρος μπροστά στο φακό Zelensky –καθώς υπήρξε ηθοποιός πριν εκλεγεί πρόεδρος- έχει διαπρέψει στη δημιουργία θετικών εντυπώσεων και τώρα που η Ουκρανία μάχεται για επιπλέον διεθνή υποστήριξη και νέα στρατιωτική βοήθεια, ο ρόλος της πρώτης κυρίας δεν μπορεί να είναι μόνο δευτερεύων ή διακοσμητικός. «Το ζεύγος Zelensky συναντιέται με διασημότητες της Δύσης και εμφανίζεται σε περιοδικά που επικεντρώνονται στις διασημότητες γιατί αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να κρατήσει την κρίση στη χώρα του στην πρώτη γραμμή του μυαλού του αμερικανικού κοινού», έγραψε ο Sonny Bunch στην Washington Post. Υπό τον φόβο ενός νέου ανεξέλεγκτου και ολέθριου παγκόσμιου πολέμου πολλοί φέρνουν ευχάριστα στο νου τους μια άλλη φωτογραφία της Leibovitz που εικονίζει τον τελευταίο ηγέτη της ενιαίας Σοβιετικής Ένωσης Μιχαήλ Γκορμπατσόφ να διαφημίζει ένα σακίδιο Louis Vuitton με φόντο το τείχος του Βερολίνου.