Robert Doisneau

 “...δεν έχω εξετάσει το λόγο για τον οποίο κάνω φωτογραφίες. Στην πραγματικότητα είναι μια ανέλπιδη μάχη απέναντι στην ιδέα τον θανάτου. Θεωρώ ότι είμαι περισσότερο προετοιμασμένος για αυτό επειδή δεν πρέπει να σκεπτόμαστε ότι τα πάντα είναι προσωρινά και στιγμιαία. Προσπαθώ πεισματικά να σταματήσω το χρόνο που περνάει…”

Ουμανιστής και ρομαντικός, ο Robert Sylvain Gaston Doisneau διατήρησε τη ζωτικότητα και το συναίσθημα της παιδικής ηλικίας καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Αποφεύγοντας συνειδητά την τυποποίηση των εικονογραφικών κλισέ της εποχής, ασχολήθηκε με την εφήμερη, αλλά περισσότερο σημαντική για τον ίδιο, πλευρά της λαϊκής κουλτούρας. Έγινε γνωστός κυρίως ως δημιουργός ρομαντικών εικόνων της καθημερινότητας του Παρισιού, όπως της φωτογραφίας “Το φιλί στο Hotel de Ville“.

Ο Doisneau αποτελεί ένα από τα σημαντικά πρόσωπα στην ιστορία της φωτογραφίας ντοκουμέντου. Τα θέματα που φωτογράφιζε ήταν πολλά και ποίκιλλα, με κεντρικό άξονα τον άνθρωπο μέσα από τις εκδηλώσεις της καθημερινής του ζωής. Άλλοτε φωτογράφιζε εν αγνοία των περαστικών που απαθανατίζονταν από την μηχανή του, ενώ άλλες φορές σκηνοθετούσε τις φωτογραφίες του, εντάσσοντας τις όμως μέσα στην κοινωνική πραγματικότητα, χωρίς να την μεταβάλλει. Αυτή άλλωστε είναι και η ομορφιά των εικόνων του. Καθημερινές στιγμές που ίσως περνούν απαρατήρητες αλλά συνθέτουν τον κόσμο που μας περιβάλλει και τη ζωή μέσα από την απλότητα της. Δεν περνούσαν όμως απαρατήρητες κι από τον Robert Doisneau που τις ανακάλυπτε μέσα από το χάος της συνεχούς ροής του χρόνου και της συνεχούς εξέλιξης των συμβάντων. Ο Doisneau φωτογράφιζε τα πάντα – από γάμους και εντυπωσιακές γιορτές καρναβαλιού μέχρι μεθυσμένους άστεγους. Οι πρωταγωνιστές των εικόνων του ήταν άνθρωποι συνηθισμένοι, τυπικοί της γενιάς του, ενώ τα θέματα του αν και φαινομενικά ασήμαντα και καθημερινά, εκπορεύονταν από τα προσωπικά του βιώματα και τις ανησυχίες του. Συνδυάζοντας, λοιπόν, τη φαντασία του με την καταγραφική λειτουργία του μέσου, κατάφερνε να αποδώσει μια διαφορετική εικόνα των λιγότερο προνομιούχων Γάλλων.

Γεννήθηκε το 1912 στο προάστιο Gentilly και σπούδασε χαρακτική στη σχολή Estienne στο Παρίσι. «Γεννήθηκα στο πιο άσχημο προάστιο του Παρισιού, δυο βήματα από ‘δω», λέει ο Doisneau δείχνοντας με το χέρι του το θλιβερό αστικό τοπίο, έξω από το παράθυρο του στούντιο του. «Τόσο γκρίζο, τόσο άσχημο, που οι άνθρωποι, από αντίθεση, φαίνονταν ωραίοι. Ήταν τόσο υπέροχοι οι νέοι, που φαινόταν άδικο να τους βλέπεις σε τέτοιο περιβάλλον. Ύστερα κατάλαβα ότι η ομορφιά των νέων εκείνων, των αγοριών και των κοριτσιών, ήταν ένα είδος επανάστασης. Και ότι και εγώ βρισκόμουν σ’ ένα χώρο που δεν μου άξιζε και ήθελα να τον αλλάξω». Ο τρόπος που διάλεξε ήταν μέσω της φωτογραφίας.

Ο Doisneau άρχισε γύρω στο 1930 να φωτογραφίζει ερασιτεχνικά στους δρόμους της γαλλικής πρωτεύουσας και στη συνέχεια ακολούθησε η επαγγελματική του ενασχόληση με τη φωτογραφία, ξεκινώντας ως βοηθός στο στούντιο διαφημιστικής φωτογραφίας του Andre Vigneau. Παράλληλα άρχισε να καταγράφει με την μηχανή του το Παρίσι και τα προάστια του. Εργάστηκε στο χώρο της διαφημιστικής και της βιομηχανικής φωτογραφίας ενώ ασχολήθηκε και με την φωτογραφία μόδας. Το 1934 προσλήφθηκε στο φωτογραφικό τμήμα της αυτοκινητοβιομηχανίας Renault ως βιομηχανικός φωτογράφος και έμεινε εκεί μέχρι το 1939. Στα 1946, έχοντας ήδη απορρίψει πρόταση για να μπει στο Magnum, έγινε μέλος του πρακτορείου RAPHO και συνεργάστηκε με τους Ergy Landau, Βrassai, Nora Dumas, Ylla και Emile Savitry. Από το 1949 μέχρι το 1952 δούλεψε για το περιοδικό Vogue. Όμως ο χώρος που αγάπησε περισσότερο ήταν το ρεπορτάζ. Οι επόμενες δουλειές του είναι κυρίως σε αυτόν τον τομέα ενώ ασχολήθηκε παράλληλα και με τον χώρο του κινηματογράφου, σε μικρή όμως έκταση.

Οι φωτογραφίες του διακρίνονται από μια λεπτή αίσθηση του χιούμορ παράλληλα με το προσωπικό του σχόλιο, που περνά έντεχνα μέσα από τις εικόνες του. Ο αυθορμητισμός και το όμορφο ξάφνιασμα που είναι διάχυτα στις φωτογραφίες του Doisneau, αποτελούν δυο στοιχεία που τους προσδίδουν δύναμη και εσωτερική ομορφιά παράλληλα με την αισθητική των εικόνων αυτών και την ατμόσφαιρα που αποπνέουν. Στο μεγαλύτερο μέρος του έργου του, δεν προσπαθούσε να προκαλέσει την προσοχή μέσα από την απεικόνιση σουρεαλιστικών καταστάσεων. Αντίθετα ανακάλυψε τη δύναμη και την ομορφιά που κρύβει η καθημερινότητα και οι άπειρες στιγμές που κάνουν την κάθε μέρα τόσο ξεχωριστή και διαφορετική, μέσα από τις μικρές χαρές της ζωής και τις εκπλήξεις της. Είχε το χάρισμα να κάνει όλους να αισθάνονται, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, σαν να ήταν φίλοι του από παλιά. Αυτό διαφαίνεται έντονα μέσα από τις φωτογραφίες του, που διακρίνονται από την φυσικότητα και την “ανυπαρξία” του φωτογραφικού φακού ενώπιον των φωτογραφιζομένων. Το έργο του είχε πολύ μεγάλη και παγκόσμια απήχηση, γεγονός αξιοσημείωτο αν λάβουμε υπόψη ότι ο Doisneau ήταν ένας άνθρωπος που δεν αγαπούσε τα ταξίδια σε ξένες χώρες.

Τον σημαντικότερο ρόλο στη δημιουργία του έργου του είχε η προσωπικότητα του και λιγότερο το φωτογραφικό μέσο. Για να κατανοήσουμε το έργο του Doisneau θα πρέπει να κοιτάξουμε στο βάθος του χαρακτήρα του και στην προσωπική του προσέγγιση στα θέματα κι όχι στην τεχνική που χρησιμοποιούσε. Ο ίδιος έλεγε: “Είσαι πάντα αιχμάλωτος του εξοπλισμού σου”. Κατόρθωσε όμως να ξεπεράσει την τυποποίηση του μέσου και να δημιουργήσει φωτογραφίες με τέτοια εσωτερική δύναμη, ώστε η τεχνική που χρησιμοποίησε να αποκτά δευτερεύουσα σημασία. Η φωτογραφία είναι το όπλο που είχε επιλέξει ο Doisneau σε έναν αγώνα κατά του θανάτου, στην “άρνηση της ολοκληρωτικής εξαφάνισης”.

Ακολουθώντας τα βήματα του Atget, δημιούργησε απλές εικόνες με μια οπτική όμως που διαμορφώνει διαφορετικά επίπεδα νοημάτων. Δεν έμενε ποτέ παθητικός θεατής των καταστάσεων. Συμμετείχε ενεργά ως observateur-participant (συμμετέχων – παρατηρητής, όπως του άρεσε να αυτοαποκαλείται), εμπλεκόταν άμεσα στις καταστάσεις που φωτογράφιζε, δημιουργώντας με την χαρακτηριστική χιουμοριστική του διάθεση συμβολικές ιστορίες. Γοητευμένος από τον τρόπο που η κοινωνία και ο πολιτισμός έθεταν ψευτοαντιθέσεις, κατασκεύαζε φωτογραφικά δίπολα όπου τα απεικονιζόμενα αντικείμενα έδιναν μια επανεκτίμηση της σημειολογίας των κοινωνικών συμβόλων. Χωρίς να ακολουθεί σταθερά τα διάφορα καλλιτεχνικά ρεύματα επηρεάστηκε τόσο από τον μοντερνισμό της δεκαετίας του ’30 όσο και από τον ανθρωπισμό του ’40 και ασχολήθηκε περιστασιακά με το μοντάζ και την pop art του ’60.

Έχοντας το ταλέντο να “παγιδεύσει” την κατάλληλη στιγμή πάνω στη φωτοευαίσθητη επιφάνεια, συνθέτοντας παράλληλα μια άρτια τεχνικά αλλά και αισθητικά εικόνα, πρέσβευε ότι η “καλή” φωτογραφία δημιουργούταν κατά την έκθεση και όχι με τις όποιες επεμβάσεις αργότερα. Η αίσθηση, το συναίσθημα, η υποκειμενική αντίδραση του Doisneau στην εξέλιξη μιας πραγματικής σκηνής, μεταφέρονται ανεξίτηλα στον θεατή της εικόνας αφήνοντας διάχυτη τη “φωτογραφική ανυπακοή” του δημιουργού. Ο Doisneau παρέμενε στους δρόμους και φωτογράφιζε για περισσότερο από 60 χρόνια. Σ΄ όλο αυτό το διάστημα η φιλοσοφία του είχε παραμείνει απαράλλαχτη: να μην κυνηγά την ιδανική σκηνή, αλλά να την περιμένει. Ο άνθρωπος που περιγράφει τον εαυτό του ως ψαρά εικόνων, μια συμβουλή είχε να δώσει στους φοιτητές των Σχολών Φωτογραφίας που συχνά τον καλούσαν, και ήταν κάπως ασυνήθιστη: κάθε υποψήφιος φωτογράφος πρέπει να πάρει υποχρεωτικά μαθήματα ψαρέματος. Και γιατί; «Γιατί είναι ένα θαυμάσιο μάθημα στην ελπίδα. Μια κλωστή σε συνδέει μ’ έναν άγνωστο κόσμο και δεν ξέρεις καν αν υπάρχει κάτι στην άκρη της. Και όμως περιμένεις».

Η τελευταία εν ζωή μεγάλη αναδρομική έκθεση του έγινε το 1992 στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Οξφόρδης. Ότι η αναδρομική του έκθεση έγινε στην Οξφόρδη κι όχι στο Παρίσι, είναι ένα δείγμα της «ανυπακοής» του Doisneau. Σύμφωνα με τον ατζέντη του, μια έκθεση σε γκαλερί του Παρισιού θα σήμαινε ότι ο Doisneau θα έπρεπε να ανταλλάξει χειραψία με τον δεξιό δήμαρχο του Παρισιού, Ζακ Σιράκ. Πράγμα που ο φωτογράφος δεν θέλει να κάνει. Ο Doisneau που στα νεανικά του χρόνια υπήρξε μέλος του κομμουνιστικού κόμματος, γελά με την ιδέα ότι η δουλειά του έχει πολιτική διάσταση, αλλά οι παλιές συνήθειες δεν φεύγουν εύκολα. Μετά τον θάνατο της μητέρας του, τον υιοθέτησε μια συγγενική οικογένεια, που ανάμεσα στα μέλη της ήταν κι ένας κομμουνιστής εξάδελφος. Τα άλλα μέλη της μικροαστικής οικογένειας τον έβλεπαν σαν απόκληρο.

Έλεγε εξαιρετικά πράγματα, θυμάται ο Doisneau πικρόχολα. Όπως: “οι πεινασμένοι πρέπει να έχουν τροφή”, ή ότι “στις φτωχογειτονιές δεν πρέπει να υπάρχει φυματίωση”. Και το καλύτερο, “πίστευε στο μέγιστο καλό για τον μέγιστο αριθμό ανθρώπων”. Ανάμεσα σε αυτόν τον «μέγιστο αριθμό ανθρώπων», τον λαό, ο Doisneau πέρασε τη ζωή του ψαρεύοντας. Αν του πει κανείς ότι μοιάζει με τους περιπατητές παρατηρητές τύπου Μανέ, το, κατά τα άλλα φιλικό του πρόσωπο, συνοφρυώνεται. Σαν τα πρόσωπα των ανθρώπων στις φωτογραφίες του (και αντίθετα από τον συνομήλικο του Henri Cartier Bresson), ο Doisneau έπρεπε πάντα να δουλεύει για να κερδίζει τα προς το ζην. Και δούλευε σκληρά.

Ο Doisneau πέθανε το 1994, αλλά θα παραμείνει για πάντα ο ποιητής του Παρισιού, ο φωτογράφος της πόλης και των περιχώρων της όπως ήταν στο πρώτο μισό του εικοστού αιώνα και που δεν υφίσταται πλέον παρά μόνο μέσα από τις φωτογραφίες του. Οι αλλαγές είναι τόσο ριζικές από το 70, ώστε πολλές από τις φωτογραφίες του Doisneau κατά την περίοδο 1930-60 είναι αδύνατον να ξαναγίνουν σήμερα. Τα ντεκόρ που του έδωσαν την έμπνευση να τα απαθανατίσει με την φωτογραφική του μηχανή, ανήκουν στο Παρίσι όπως ήταν στα τέλη του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα. Αυτές οι φωτογραφίες είναι μάρτυρες ενός τρόπου ζωής που έχει εξαφανιστεί και ενός τοπίου που έχει αλλάξει δραματικά.

«Το φιλί του Hotel de Ville» που τράβηξε o Doisneau το 1950 με ένα ζευγάρι αγνώστων, έκανε τον γύρο του κόσμου σε μορφή αφίσας, καρτ ποστάλ, ημερολογίου, φέρνοντας στον φωτογράφο του φήμη, χρήματα αλλά και μπελάδες, καθώς το 1988 μπλέχτηκε σ΄ έναν δικαστικό αγώνα που ξεκίνησε από τους πρωταγωνιστές του «φιλιού», οι οποίοι ζητούσαν από τον δημιουργό μερίδιο στις εισπράξεις. Ο Doisneau έχει τραβήξει και καλύτερες φωτογραφίες. Μόνο που «το φιλί» χρίστηκε από το κοινό ως η δημοφιλέστερη φωτογραφία του καλλιτέχνη. Είμαστε όλοι υποχρεωμένοι να υποκλιθούμε μπροστά στη χαρισματική ευκολία της φωτογραφίας, ίσως και να ζηλέψουμε έναν φωτογράφο που κατάφερε να προσθέσει ένα σύμβολο στην εικονογραφία του αιώνα μας. Το κοινό της φωτογραφίας ταυτίζεται ευκολότερα με το εικονιζόμενο θέμα. Αναζητά πιο εύπεπτα μηνύματα. Συγκινείται με τις ευδιάκριτες αντιθέσεις. Είναι φορές που η ομοθυμία των απόψεων του συγκινεί περισσότερο από την ίδια τη φωτογραφία. Όπως συχνά συμβαίνει σε λαϊκά προσκυνήματα, η προσέλευση των ευσεβών πιστών συγκινεί περισσότερο από τη θαυματουργή εικόνα.

Θα μάθουμε όμως ποτέ ποιοι είναι οι ερωτευμένοι της πλατείας του Δημαρχείου της γαλλικής πρωτεύουσας, οι ευτυχισμένοι ήρωες του πιο διάσημου φιλιού στον κόσμο; Ο Doisneau δεν θέλησε ποτέ να ξεδιαλύνει το μυστήριο που συνοδεύει την προέλευση αυτής της φωτογραφίας. Το μόνο που ξέρουμε είναι ότι την άνοιξη του 1950 ο φωτογράφος ανέλαβε μια παραγγελία για λογαριασμό του αμερικανικού περιοδικού «Life» με θέμα τους ερωτευμένους του Παρισιού. Η συγκεκριμένη φωτογραφία βγήκε σε εκατομμύρια κομμάτια, έγινε πόστερ, καρτ ποστάλ. Είναι ένα φιλί που οικειοποιήθηκαν όλοι οι ερωτευμένοι του κόσμου. Το φιλί τους. Στις 8 Ιουλίου 1988, οι ερωτευμένοι του Δημαρχείου επανήλθαν στο προσκήνιο, με αφορμή ένα εξώφυλλο στο μεγάλης κυκλοφορίας τηλεοπτικό περιοδικό «Telerama». Εκείνη ημέρα έμεινε στη μνήμη του ζεύγους Λαδέρν: ανακάλυψαν στο περιοδικό το φιλί που είχαν δώσει πριν από 38 χρόνια και που τόσοι άλλοι «γνώριζαν» αλλά όχι αυτοί! Οι Λαδέρν, τυπογράφοι από το Βιτρί, κινούν γη και ουρανό για να συναντήσουν τον διάσημο «απαγωγέα» της ευτυχίας τους. Του γράφουν πολλά γράμματα. Περιμένοντας να τον συναντήσουν, αρχίζουν τις έρευνες πάνω στο έργο του. Ανακαλύπτουν ότι έχουν πολλά κοινά σημεία με τον φωτογράφο: ίδια προέλευση, ίδια απέχθεια προς τα ταξίδια, ίδιος αριθμός παιδιών και εγγονιών. Προς μεγάλη τους απογοήτευση, ο καλλιτέχνης δεν βιάζεται να τους συναντήσει. Θα τους απαντήσει ύστερα από ένα χρόνο. Οι Λαδέρν δεν ήταν όμως οι πρώτοι που διεκδίκησαν την πατρότητα του φιλιού. Αρκετές δεκάδες ζευγάρια το είχαν ήδη κάνει. Τελικά, η Ντενίζ και ο Ζαν-Λουί Λαδέρν πραγματοποιούν το όνειρο τους. Τον Δεκέμβριο του 1990 έφαγαν μαζί με τον Doisneau, τις δύο κόρες του και την αχώριστη φίλη του, ηθοποιό Σαμπίν Αζεμά. Η παρέα αποκτά οικειότητα. Τον Ιούλιο του 1991, η Αζεμά γυρίζει στο τυπογραφείο των Λαβέρν μια σκηνή ενός ντοκιμαντέρ που σκηνοθετεί για τα ογδόντα χρόνια του μεγάλου φωτογράφου. Οι εφημερίδες γράφουν συχνά γι’ αυτούς. Ένα μήνα αργότερα όμως έρχεται η ψυχρολουσία: το περιοδικό «L’ Express» αποκαλύπτει ότι οι ερωτευμένοι του Δημαρχείου ήταν στην πραγματικότητα ηθοποιοί τους οποίους είχε προσλάβει ο Doisneau. Οι Λαβέρν ζητούν εξηγήσεις από την οικογένεια του φωτογράφου. Χωρίς επιτυχία όμως. Οι Λαβέρν προσέφυγαν στη δικαιοσύνη. Ζήτησαν αποζημίωση. Στηρίχτηκαν στο άρθρο 9 του Αστικού Κώδικα, που καταδικάζει την προσβολή της ιδιωτικής ζωής. Η αντίπαλος της Ντενίζ Λαβέρν ονομάζεται Φρανσουάζ Μπορνέ. Είναι σκηνοθέτης Επιμένει ότι είναι η μοναδική πρωταγωνίστρια ενός φιλιού, το οποίο της επεβλήθη και δεν εκλάπη από αυτήν. Υποστηρίζει ότι έμεινε στη σκιά τόσα χρόνια, γιατί δεν ήθελε να διαλύσει τη μαγεία της θρυλικής φωτογραφίας. «Από τη στιγμή όμως που εμφανίζονται δύο απατεώνες δεν μπορώ να μείνω στην ανωνυμία». Ο Doisneau αναγνώρισε ως αυθεντική τη σφραγίδα πίσω από τη φωτογραφία που έχει στα χέρια της η Μπορνέ. Δεν υπέγραψε όμως τη δήλωση που του ζήτησε. Οι δύο πλευρές ετοιμάζονται για τη δίκη. Η απόφαση τον δικαστηρίου θα αποτελέσει δεδικασμένο, μια και από αυτήν θα κριθεί η τύχη όλων των διάσημων φωτογραφιών με πρωταγωνιστές τυχαίους περαστικούς. Αν δικαιωθούν οι Λαβέρν, τότε οι πρωταγωνιστές ανάλογων φωτογραφιών θα μπορέσουν να ζητήσουν αποζημιώσεις, επειδή εκτέθηκαν σε ολόκληρο τον κόσμο χωρίς τη θέληση τους.

Χρήστος Κοψαχείλης

Πηγές:

  • Αλεξάνδρα Μόσχοβη : Robert Doisneau – Περιοδικό Φωτογράφος
  • Έφη Φαλίδα : Robert Doisneau, Το φιλμ τελείωσε…- ΤΑ ΝΕΑ, 1994
  • Sylvie Veran : Διάδικοι για ένα φιλί στο Παρίσι – Observateur, ΤΟ ΒΗΜΑ
  • Robert Doisneau – Contre jour
  • Robert Doisneau : Portraits – Fondation National